5.5.12

Αστάθμητος παράγοντας*



"Από κάπου έρχομαι, κάπου πάω
γι’ αλήθεια διψάω, τη ζωή ζουλάω
δεν αγοράζω ούτε πουλάω
εξερευνώ και τραγουδάω.

Δεν είμαι γυμνιστής,
είμαι γυμνός.
Δεν είμαι ανθρωπιστής
είμαι άνθρωπος.

Δεν είμαι στρατιώτης
είμαι αντάρτης,
δε μ’ έχει μέσα
κανένας χάρτης

Έχω ταυτότητα
κι ας μην ανήκω.
Στη βαρβαρότητα
το μύθο δεν ανοίγω.

Μια στο καρφί
και μια στο πέταλο
πότε νερό, πότε κρασί
και πότε μέταλλο.

Δεν προσμένω νά ‘ρθουν άλλες εποχές
ούτε να ζήσω κάποιες επόμενες ζωές,
δεν περιμένω ξεβράκωτες γιορτές,
κάθε στιγμή μου ζω σε πολιτείες ιδανικές.

(Την εξουσία απεχθάνομαι
κι όσους σ’ αυτήν προσδένονται
μα πιο πολύ φυλάγομαι
απ’ όσους την εμπιστεύονται.)

Είμαι εγώ, ο αστάθμητος παράγοντας
η ασυσχέτιστη άγνωστη μεταβλητή
διαταρακτικός όρος
ο ακατάληπτος άρρητος λόγος,
είμαι το σφάλμα στη στατιστική.

Δεν είμαι αφέντης ούτε σκλάβος.
Δεν είμαι ζώο, ούτε μηχανή.
Πιστεύω, σέβομαι κι ανάβω
τη φλόγα την ανθρώπινη, την ιερή.

Ανοίγω τον κύκλο και βγαίνω
έτσι ποτέ δε θα με πιάσετε,
σαν ήρωα δεν θα περιμένω
ή σα σκυλί να με θυσιάσετε.

Εξόρισα το φόβο, τον πόνο
το φθόνο πέταξα από τη σκεπή
κι έχω ένα πόθο τώρα μόνο
μία ελεύθερη, αληθινή ζωή.

Δεν πιάνομαι, δε βρίσκομαι
δε χάνομαι
Γιατί είμαι πάντα αλλού

αλλού

αλλού από κει που με ψάχνεις."
*Αλ. Δάρας

13.3.12

Active Member - "Εγώ Φταίω"

Εγώ Φταίω!




Ένα σημάδι απʼ τη φωτιά έχω στον ώμο χαραγμένο
έναν ήλιο μικρό με φλόγες τυλιγμένο
ένα κρυφό μονοπάτι που βγάζει στην ψυχή μου
σʼ ένα κρυμμένο αλήτη που σέρνω μαζί μου.
Έκανα αμάν για το βάλω νʼ αράξει
του έταξα τόσα που έχει ξεχάσει για να αλλάξει
του τα ʼπα αλλιώς μήπως και με γλιτώσει
ψέμα πολύ για όσα δεν πρόλαβε να νοιώσει.
Κι εσύ ήρθες τώρα να μου θυμίσεις ότι υπάρχει
ότι θα κάνει τα δικά του άμα λάχει
μα δε φαντάζεσαι ούτε και ξέρεις ρε τι κάνεις
και πάντα μετά τρέχεις και δε φτάνεις.
Άστο λοιπόν έχεις μαγκιά συνθετική
και δεν ταιριάζει να κυλήσεις κάπου εκεί
γιατί αν βρεθείτε τετ-α-τετ θα εκτεθείς
έχεις πει τόσα πολλά που θα θέλεις να χαθείς.
Κι άλλο μου λάθος όταν το στόμα άνοιγες τέντα
έπρεπε να στον γνωρίσω απʼ τη πρώτη σου κουβέντα
μα έτσι που πας θα την βρεις την ευκαιρία
όταν του κλείσεις ραντεβού θα κάνεις πάλι την κυρία.
Τα λόγια θα μασάς στο φάτσα κάρτα
κι αυτός θα σου μιλάει παντελονάτα
μα δε βαριέσαι τις μαλακίες πληρώνω και σας λέω
συγνώμη που υπάρχετε και οι δυο σας εγώ φταίω.

Εγώ φταίω που ο αέρας που αναπνέω βρωμάει φωτιά
εγώ φταίω στραγγίζω όσα λέω σε μια ματιά
εγώ φταίω που έμαθα να πετάω χωρίς φτερά
εγώ φταίω για πάρτη μου κρατάω μια ανάσα τη φορά.

Θα συνεχίζω να στραγγίζω όσα λέω σε μια ματιά
και να θέλω ότι αναπνέω να μυρίζει φωτιά
για να θυμάμαι ότι φταίω θʼαγγίζω το σημάδι
θα κερνάω την ζωή μου μια ανάσα στο σκοτάδι.
Κι αν βρω κουράγιο θα ξεκόψω απʼ τον αλήτη
θα τον βγάλω απʼ την ψυχή μου θα του φτιάξω άλλο σπίτι
στο μυαλό μου κι έτσι θα γουστάρουν όλοι
απʼ άλλο έναν καριόλη θα μοιράζονται οι ρόλοι.
Θα στείλω την μαγκιά μου διακοπές
και θα πείσω την καρδιά μου να χτυπάει όπως θες
να μου δανείσεις πρέπει λίγα λόγια μασημένα
πως να προδώσω να μου δείξεις ρε κι εμένα.
Πρέπει να μου πεις ότι δε φταίω μόνο εγώ
και πρέπει να με σώσεις απʼτις τύψεις μην πνιγώ
Για σκέψου αν δεν μπορέσω να ξεκόψω τελικά
να τρελαθώ παρέα του έτσι στα ξαφνικά
να μοιραστούμε την εκδίκηση γουλιά γουλιά
να θυμηθώ με τον αλήτη τα παλιά.
Να πάνε τσάμπα όλα ρε
κι ας είχα πει πως ποτέ
δε θα με δει η φωτιά τα όνειρά μου να καίω
και να φωνάζω πως για όλα εγώ φταίω.

Εγώ φταίω που ο αέρας που αναπνέω βρωμάει φωτιά
εγώ φταίω στραγγίζω όσα λέω σε μια ματιά
εγώ φταίω που έμαθα να πετάω χωρίς φτερά
εγώ φταίω για πάρτη μου κρατάω μια ανάσα τη φορά.

12.3.12

Συν είδηση




Ακόμη και τώρα που μου λένε πως επιτέλους έχω μεγαλώσει, δεν έχω καταφέρει μέχρι σήμερα, να κατανοήσω τα παιχνίδια των μεγάλων. Πράγμα περίεργο ομολογώ μα την ίδια στιγμή αν αυτό σημαίνει πως διατηρώ κάτι από την παιδική μου αθωότητα με αυτό τον τρόπο, τότε μπορώ να πω πως νιώθω ιδιαίτερα χαρούμενος για αυτό. Μου είναι τελείως ξένο το εγωϊκό περιβάλλον που στήνουν τα εκάστοτε κυριαρχικά αρσενικά προς τέρψη και ευρεία κατανάλωση της κοινωνικής τους περσόνας.
Ουδόλως με απασχολεί ο συγκεντρωτισμός χρημάτων ή το να αποδείξω για το θεαθήναι σε τρίτους το ποιος και τι είμαι μέσω αυτών.
Εξίσου, με αφήνουν παγερά αδιάφορο τα παίγνια της δύναμης και της εξουσίας. Θεωρώ μέγιστη αυταπάτη και πλήρη ψευδαίσθηση την εξουσιαστική και βίαιη επιβολή απόψεων, αξιών και στάση ζωής στον διπλανό μας με οποιοδήποτε τρόπο.
Ποτέ δεν χρησιμοποίησα θέσεις και ιεραρχίες για να εκμεταλλευτώ ή να μειώσω τον συνάνθρωπο μου. Με σκληρή δουλειά και πολλές φορές με κόστος στην προσωπική μου ζωή κατάφερα να μάθω όσα περισσότερα πράγματα μπορούσα ώστε να γίνω απλά καλύτερος στην εργασία μου.
Ουδέποτε υπήρξα ρουφιάνος, γλείφτης, καιροσκόπος ή καρεκλοκένταυρος ώστε να κρατήσω τη θεσούλα μου ή να αρπάξω μια προαγωγή. Κι ας έτυχε στην συνέχεια να χάσω ακόμη κι αυτή που με τόσο κόπο και ιδρώτα είχα κερδίσει.
Κι αυτό είναι το μοναδικό μου καμάρι και η κρυφή μου περηφάνια.

Σιχαίνομαι τέτοια άτομα και ποτέ δεν κατάπια το σάλιο μου όταν μου ζητήθηκε να εκφέρω γνώμη για τα καμώματα τους.
Αντιθέτως, όποτε μου ζητήθηκε βοήθεια, την προσέφερα χωρίς δεύτερη σκέψη και δίχως το παραμικρό ίχνος ωφελιμισμού.
Μια βαθύτερη φωνή ανέκαθεν έλεγε μέσα μου πως όλα ξεκινάν από εμάς και στο τέλος της μέρας ξαναγυρνάν σε μας.
Όμορφα ή άσχημα καμωμένα.
Καλά ή κακά πεπραγμένα.
Μα ακόμη και να μην ισχύει κάτι τέτοιο, κίνητρο για την όποια βοήθεια έδωσα κατά καιρούς αποτελούσε το ότι κοινός παρανομαστής είναι ο άνθρωπος και όχι η ανταπόδοση με έμμεσο ή άμεσο τρόπο.

Κάτι τέτοιο δεν αγοράζεται ούτε ξεπουλιέται διότι έχει να κάνει με την συνείδηση μου...κι αυτό είναι κάτι παραπάνω από είδηση για τον καθένα από εμάς.

"Η στιγμή της πραγματικής ησυχίας σου δεν είναι εκείνη, καθ’ ην κοιμάσαι συ, αλλ’ εκείνη, καθ’ ην κοιμάται η συνείδησίς σου."
Πολύβιος Δημητρακόπουλος, 1864-1922, Έλληνας θεατρικός συγγραφέας

...με απλά λόγια, ως τώρα, καταφέρνω και κοιμάμαι ήσυχος τις νύχτες.
Καλή σας νύχτα.

11.3.12

Άμμος - "Όλα δικά σου"





Νύσταξες άστρο μου φεγγάρι μου
στην αγκαλιά μου αποκοιμήσου
ξύπνησες ήλιε αποβροχάρη μου
πάρε το γέλιο μου και πλύσου

Όλα δικά σου μάτια μου
κι ο πόνος σου δικός μου
είδαν πολλά τα μάτια μου
στις γειτονιές του κόσμου

Δίψασες λεύκα μου κουράστηκες
ρίξε τις ρίζες σου σε μένα
ήρθε βοριάς και ξεμαλλιάστηκες
πάρ' την καρδούλα μου για χτένα

Όλα δικά σου μάτια μου
κι ο πόνος σου δικός μου
είδαν πολλά τα μάτια μου
στις γειτονιές του κόσμου

9.3.12

Οίκος ένοχης ανοχής




Πάντα σταματούσα στο χαλάκι της εξώπορτας και κοιτούσα με απορία εκείνο το πατάκι που συνέχεια με καλωσόριζε. Το χάζευα για μια στιγμή και έπειτα σκούπιζα τα πόδια μου με τέτοιο τρόπο που ήθελα να ακούω τον ήχο της τριβής πάνω στην επιφάνεια του να μου χαϊδεύει τα αυτιά. Όταν με γέμιζε ο ήχος ασφάλεια σταματούσα και χτυπούσα το κουδούνι που η εμφάνιση του, σε παρέπεμπε συνειρμικά σε κάτι από ρετρό εποχή. Ένα αγγελούδι δέσποζε στην πόρτα και όταν πατούσες το κουδούνι ο ήχος από καμπάνες σε έκανε για μια στιγμή να νιώσεις κάτι το αταίριαστα ευλαβικό μα και μαζί θεάρεστα αμαρτωλό συναίσθημα που έμοιαζε να σου δίνει τις ύστατες ευχές του για να ακολουθήσεις πιστά το ενάρετο μονοπάτι της ζωής, ή τουλάχιστον έτσι μου φαινόταν εμένα.
Η πόρτα άνοιγε μετά από στιγμές αναμονής που έμοιαζαν με αιώνες και πάντα σε κείνο το σημείο ήταν που σκεφτόμουν για το αν θα έπρεπε να κάνω αναβολή και να σηκωθώ να πετάξω μακριά με τα πόδια στην πλάτη για φτερά. Μα η μυρωδιά πότε του σανταλόξυλου και πότε της λεβάντας ήταν αυτή που με τραβούσε από την μύτη και με κάθιζε στο εσωτερικό. Εκείνη την ημέρα, μου ήρθε στο μυαλό ένα συγκεκριμένο Αγιορίτικο θυμιατό που είχα γευτεί πριν πολλά χρόνια αλλά μου είχε μείνει αλησμόνητο. Άλλωστε, η μυρωδιά είναι αυτή που είναι πιο κοντά στην μνήμη από τις πέντε μας αισθήσεις.
Όχι, δεν βρισκόμουν σε εκκλησία. 
Όσο και να ακουστεί παράξενο, ανέκαθεν, οι οίκοι ανοχής είχαν τους δικούς τους πιστούς που αποδίδουν λατρείες, τιμές και λιτανείες προς χάριν της κοινής θεάς. Οι εθνικότητες, οι πολιτικές πεποιθήσεις, οι ποδοσφαιρικές ομάδες, οι υποκειμενικές μας φιλοσοφίες και οι κατά καιρούς αυτιστικές μας κοσμοθεωρίες μένουν εκτός πορνείου. Ακόμη και οι κοινωνικές τάξεις πολλές φορές είναι αδιάφορες. Όλοι βρίσκονται εκεί για να θυσιαστούν στον βωμό της Κοινής θεάς και να παραδώσουν τις στάχτες τους στον κλίβανο του αγοραίου έρωτα. 
Το πιο παλιό και συνάμα το πλέον ιερό επάγγελμα είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός. 
Οι εταίρες της Αφροδίτης Πανδήμου, ήταν αυτές που θύμιζαν και ακόμη θυμίζουν στους άντρες πως μόνον η ερωτική δύναμη λειτουργεί ενοποιητικά ανάμεσα στους ανθρώπους και γιορτάζει την ζωή σε αντίθεση με τον θεό του πολέμου, Άρη, που διαβάλλει την όποια ενότητα και δοκιμάζει αυτοκαταστροφικά την ανδρική ρώμη προς χάριν του ίδιου του Θανάτου.
Μέχρι σήμερα, η χαρά της σάρκας και η στιγμιαία νίκη του ανδρός απέναντι στον Χάρο - Χρόνο αποτελούν το ευτελές μα κύριο ζητούμενο της σεξουαλικής επαφής. 

Όλες πληγώνουν, η τελευταία σκοτώνει.

Επιγραφή στα ρολόγια των καθεδρικών.
(Περί ωρών ο λόγος)

Όχι δεν βρισκόμουν σε εκκλησία. 
Περίμενα καρτερικά την έντονη στιγμή. Η αναμονή σημαδεύει τους τοίχους που είναι γεμάτοι από αφισοκολλημένα θηλυκά και μια αιωρούμενη ντισκομπάλα με καπελώνει κάνοντας με να δείχνω γιορτινός και πολύχρωμος. Ευτυχώς η φωτεινή σκιά μου αρνήθηκε να με ακολουθήσει ως τα μέσα, γύρισε αδιάφορα και μου είπε λίγο πριν περάσω το κατώφλι "πήγαινε εσύ κι εγώ θα σε περιμένω έξω", μπορεί να σφύριζε κι αδιάφορα μα δεν βάζω κιόλας το χέρι μου στην φωτιά. Μπορεί και να είναι αποκύημα της φαντασίας μου μα όπως και να έχει νιώθω πως ακόμη κάποιος σφυρίζει στα αυτιά μου. Μπορεί να είναι το τραγούδι της ξανθιάς Σειρήνας που περιμένει πίσω από αυτή την πόρτα. Παρφουμαρισμένη και γεμάτη ένοχες υποσχέσεις. 

Μέσα σε όλα αυτά, ακούω από το πέρα δωμάτιο το κρεβάτι να τρίζει αποκαμωμένο από το βάρος της καύλας και τον χορό των ανώνυμων κορμιών. Σε αυτό τον οίκο ανοχής υπάρχει μια γλυκιά νοσταλγία που με κάνει να τον επισκέπτομαι συχνά. Σκανάρω τους τοίχους ώστε να ξαναδιαβάσω εκείνα τα γνωμικά που αρέσει στον οικοδεσπότη να ταιριάζει με το μέρος. 
Περισυλλογή και γαμήσι με λίγα λόγια δηλαδή. 
Παίζω (το πουλί μου) και Μαθαίνω.
Τα καλύτερα μου...

"Όταν ένας άντρας πάει με μια πουτάνα, 
δεν την πληρώνει για το πήδημα, την πληρώνει για να φύγει.", συνεχίζω να διαβάζω αχόρταγα...
"Παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι.", ισχύει εντός εκτός και επί τα αυτά.
 "Γέρου χάιδεμα και νιου γαμήσι.", παρατήρησα πως οι γέροι πελάτες με το που διαβάζουν το συγκεκριμένο αφήνουν έναν αναστεναγμό σαν να αναπολούν παρελθοντικά περήφανα γαμήσια ενώ οι πιτσιρικάδες αποζητούν να μάθουν τα σωστό χάϊδεμα από την πουτάνα.
"Στο φαΐ και στο γαμήσι ο Θεός δεν κάμει κρίση.", για τους ενοχικούς θρησκευόμενους. 
"Για να γίνεις ηγούμενος, πρέπει να σε γαμήσει ο προηγούμενος.", χαρά Θεού για το παπαδαριό.
"Του κώλου τα εννιάμερα.", η χαρά του πρωκτολάγνου.
"Όποιος σε κλάσει χέσε τον, μη βγει καλύτερός σου.", το προτιμούν οι κοπρολάγνοι αλλά και οι ενίοτε "κλασμένοι"
"Ούτε εκκλησιά χωρίς καμπάνα, ούτε χωριό χωρίς πουτάνα.", η αναγκαιότητα της πουτανιάς βρίσκει την καλύτερη έκφραση της σε αυτή την φράση νομίζω. 
"Της γυναίκας ο καημός, λούσα, πούτσα και χορός.", αυτό αρέσει πάντα σε έναν γνωστό μου ολίγον τι μισογύνη αλλά κι εγώ όποτε το διαβάζω το βρίσκω διασκεδαστικό...θεωρώ πως είναι μακράν προτιμότερο από την σοβαροφάνεια που ελοχεύει η ανδρική συναναστροφή μεταξύ ανέραστων.
"Αν δεις καράβι στο βουνό, μουνί το ‘χει τραβήξει.", για τους πολυταξιδεμένους ναυτικούς.

Το παιχνίδι σταματά όταν η τριζάτη πόρτα δίνει το σύνθημα του τέλους για τον προηγούμενο και σημάνει πως ήρθε η ώρα του επόμενου αναβάτη. Οι περισσότεροι έχουν βρει την μαγκιά τους μέσα σε αυτά τα δωμάτια και αρκετοί την έχουν χάσει. Μπορείς να δεις τους πιτσιρικάδες να χασκογελούν και τους παρθένους να ξεροκαταπίνουν το άγχος τους. Όλα όμως συμβαίνουν με τρυφερότητα και υπομονή από την πλευρά της ιερόδουλης. 
Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο και η πουτάνα την τελευταία λέξη. 
Αυτή που θα με κάνει να λαχανιάσω και να πέσω γονυπετής στα πατώματα, οικτίροντας για έντεκα λεπτά πληρωμένης κα(υ)λοσύνης. Αμοιβαία αμοιβή από ξένα κορμιά που καίγονται για διαφορετικούς λόγους στο νεκροκρέβατο της ηδονής. Τα φώτα κρύβουν τα πρόσωπα κι αγκαλιάζουν τα κορμιά ντύνοντας τα με ερυθρά νυχτικά. Οι προστυχιές δεν είναι ντροπή και η ζωώδη κραυγή μας ξεπερνά την στέγη του κόκκινου σπιτιού. Γοργά ντύνομαι και το ίδιο βιαστικά θέλω να φύγω. 

Στο δρόμο προς την έξοδο, πάντοτε σηκώνω το βλέμμα προς μια τεράστια ταμπέλα που βρίσκεται πάνω από την κάσα της κεντρικής εισόδου και παίρνω μαζί μου το αγαπημένο μου γνωμικό πριν βγω στη λιακάδα και αφήσω τον ήλιο να με καθαρίσει για ακόμη μια φορά.

"Μαστίγωσέ με, δείρε με, χύσε σ’ όλο μου το κορμί, πες ότι μ’ αγαπάς.
Μετά άντε γαμήσου, σήκω και φύγε από ‘δώ."
Ανώνυμη

6.3.12

Hungry & Angry



Όλα ξεκινούν με μια φαινομενικά απλή ερώτηση ή για να το πω καλύτερα όλα μπορούν να τελειώσουν εύκολα και ανώδυνα όταν στις καθημερινές τετριμμένες ερωτήσεις δίνουμε τις αναμενόμενες και γενικά αποδεκτές από τους γύρω μας απαντήσεις. Είναι σαν εκείνες τις ερωτήσεις που σου κάνουν σε καθημερινή βάση οι γύρω σου και τελείως μηχανικά απαντάς δίχως δεύτερη σκέψη:
"Γεια σου, τι κάνεις;"
"Μια χαρά, εσύ;"
"Όλα καλά"

Τίποτα δεν πάει καλά, ορισμένοι πάλι νιώθουν μια χαρά και δυο τρομάρες και εσύ μπορεί μέσα σου να είσαι στην καλύτερη των περιπτώσεων ένα με το δάπεδο αλλά σε τέτοιες περιπτώσεις έχουμε μάθει να απαντούμε με αυτοματισμούς ώστε να προσπαθούμε έτσι να ξορκίσουμε το όποιο κακό νομίζουμε πως πλανάται γύρω και μέσα μας. Επιπρόσθετα, γνωρίζουμε πως το 99% τέτοιων ερωτήσεων αφορά περισσότερο το πλαστό ενδιαφέρον του διπλανού μας παρά πραγματικό ενδιαφέρον. Αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά, ίσως και ο άλλος να μας έλεγε απροκάλυπτα: 
"Είμαι σκατά σήμερα" 
"Κι εγώ νιώθω πραγματικά χάλια" 
"Άσε, δεν την παλεύω μία" 

Ακόμη και σαν επιστέγασμα των εκάστοτε πράξεων μας πολλά μπορούν να εξηγηθούν από το αν έχουμε φροντίσει πρωτίστως να απαντήσουμε θεμελιώδης ερωτήσεις και να βρούμε λύσεις σε ζητήματα καθημερινής φύσεως τα οποία αφορούν κυρίως τον αγώνα μας για επιβίωση αλλά και εν μέρη χαρακτηρίζουν την προσωπική μας αξιοπρέπεια και υπόσταση ως ανθρώπινα όντα. 

Ωστόσο, υπάρχουν και περιπτώσεις που σε ανύποπτο χρόνο μπορεί κάποιος γνωστός ή άγνωστος να μας κάνει μια ερώτηση που αν κάτσουμε και την σκεφτούμε έστω για μια στιγμή, θα αναλογιστούμε τελείως διαφορετικά ορισμένα πράγματα που σίγουρα μέχρι πριν τα θεωρούσαμε αυτονόητα ή δεδομένα. 
Ένα τέτοιο χτύπημα κάτω από την ζώνη το δέχτηκα ένα βράδυ καθώς μιλούσα με έναν περίεργο τύπο μέσα σε ένα μπαρ της Αμοργού κι ενώ συζητούσαμε για όλα αυτά που συζητάνε οι άνθρωποι μεταξύ τους (βλ. μουσική, τέχνες, ξίδια και ταξίδια), εν μέσω του τρίτου ποτού μου απεύθυνε την εξής αφοπλιστική ερώτηση:
"Έχεις πεινάσει ποτέ στην ζωή σου;"

Η ερώτηση ήταν κάτι παραπάνω από ευθυτενής προς το πρόσωπο μου. Εκείνος με κοιτούσε ανάμεσα στα μάτια καθώς περίμενε για το αν θα καταφέρω να του επιστρέψω εκείνο το περίφημο direct που με έκανε να νιώθω παραπάνω από ζαλισμένος. Και σίγουρα δεν έφταιγε το αλκοόλ γι'αυτό. 
Στην αρχή πήγα να απαντήσω αυθόρμητα ένα ξερό, "Όχι, γιατί ρωτάς;", μα για μια στιγμή δαγκώθηκα κι έκατσα να το σκεφτώ ένα δευτερόλεπτο. 
Ξεροκατάπια και κοιτώντας το μισογεμάτο ποτήρι μου, είπα με σιγανή φωνή, "Ναι, υπήρξε στιγμή στην ζωή μου που δεν είχα να φάω". Την όποια αντίδραση εκ μέρους του, πρέπει να την πρόλαβε μια ενδόμυχη ντροπή που ξεπήδησε σαν άτακτο βατράχι από μέσα μου και πρόσθεσα σε μια απέλπιδα προσπάθεια να δικαιολογηθώ, "...ευτυχώς όμως δεν κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα"

Δεν κατάλαβα γιατί ένιωσα την ανάγκη να εξηγήσω περαιτέρω κάτι τέτοιο. Ίσως γιατί σκέφτηκα πως το να φτάσει κανείς να πεινάσει σε κάποια φάση, πως είναι κάτι που σε πάει ακόμη παρακάτω και από τον ίδιο τον πάτο του βαρελιού της ζωής. Κι αυτό το συναίσθημα είναι αλησμόνητο. Είναι κάτι που γράφει μέσα σου με τέτοιο επώδυνο τρόπο που ακόμη κι όταν προσπαθήσεις έστω για μια στιγμή να το ανακαλέσεις στην μνήμη σου είναι κάτι που επ' ουδενί δεν θα ήθελες να ξαναβιώσεις ως ότου πεθάνεις. Το μόνο που θες είναι να το ξεχάσεις διαπαντός και προπάντων να μην σου ξανατύχει...για την ακρίβεια, εύχεσαι να μην ξανατύχει σε κανέναν.
"Δεν είναι φοβερό το συναίσθημα που δημιουργεί η πείνα;", μου είπε χωρίς να δείχνει να τον απασχολεί ιδιαίτερα η βαθύτερη πληγή που έξυσε η κουβέντα που είχε ξεκινήσει.
"Είναι τρομαχτικό το συναίσθημα που δημιουργεί η πείνα", του είπα ορθά κοφτά και κείνος μου ανταπέδωσε ένα υποχθόνιο μειδίαμα που ήταν οφθαλμοφανές πως και κείνος πρέπει να είχε βιώσει κάποτε στο παρελθόν κάτι αντίστοιχο.
"Σου δημιουργεί μια πλήρη απόγνωση που σε κάνει ικανό για όλα. Ο πεινασμένος άνθρωπος είναι ότι πιο επικίνδυνο μπορείς να συναντήσεις διότι δεν έχει να χάσει τίποτα και ανά πάσα στιγμή μπορεί να κάνει οτιδήποτε για να κερδίσει μια μπουκιά φαγητό. Ακόμη κι αν είναι ενάντια στις προσωπικές του αξίες και πιστεύω, είναι διατεθειμένος να σταυρώσει εσένα και τον εαυτό του ώστε να επιβιώσει. Να καταφέρει απλώς να βγει ζωντανός ακόμη μια μέρα", ήξερα πως με καταλάβαινε και συμφωνούσε μαζί μου. Η σιωπή του ήταν εξίσου συγκαταβατική με τα λεγόμενα μου και το βλέμμα του έμοιαζε με άγριου ζώου που είναι έτοιμο να σου ορμήσει. Άφησε μια αμήχανη παύση να κάτσει πάνω από τα κεφάλια μας σαν σύννεφο γεμάτο νερό και έπειτα έβρεξε το λαιμό του με μια γουλιά ουίσκι. 
"Δεν έχεις άδικο. Επίσης, είναι εξίσου τρομαχτικό το ότι ο πεινασμένος άνθρωπος μπορεί να γίνει αντικείμενο εκμετάλλευσης και πειθήνιο όργανο του χορτασμένου για 30 αργύρια. Άλλωστε, έχει αποδείξει η ιστορία πως όποια επανάσταση βασίστηκε στην πείνα, όχι μόνο έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης αλλά στερούταν και ιδεολογικού υπόβαθρου που θα την έκανε μια πραγματική ευκαιρία για αλλαγή προς το καλύτερο", φάνηκε να του αρέσει αυτή του η δήλωση καθώς έκανε αμέσως νεύμα στον μπάρμαν για ένα ακόμη γύρο.
"Εγώ πάντως, δεν μπορώ να πω πως κατάφερα καμιά επανάσταση ούτε όταν ήμουν πεινασμένος αλλά ούτε τώρα που είμαι χορτάτος. Εσύ;", του γύρισα πίσω την κουβέντα και περίμενα να μάθω κάτι παραπάνω από αυτόν. Μόλις είχα συνειδητοποιήσει πως δεν γνώριζα το παραμικρό για εκείνον ενώ αυτός ήδη είχε πληροφορηθεί κάτι πολύ προσωπικό μου. Πρέπει να κατάλαβε το βαθύτερο κίνητρο της ερώτησης μου και αφήνοντας ένα στραβό χαμόγελο να πάρει τον δρόμο του προς εμένα, είπε: "Από τότε που με θυμάμαι είμαι επαναστατημένος. Με το στομάχι μου, με το αφεντικό μου, με την συγκατάβαση μιας βολικής αγάπης και μιας σταθερής αγκαλιάς αλλά τολμώ να πω πως πολλές φορές αν και επαναστατημένος και σε πλήρη σύγκρουση, ελάχιστες φορές κατάφερα να βγω νικητής. Βλέπεις, τα βαθύτερα ένστικτα μας μπορεί να αποδειχθούν πέρα από πρωτόγονα, αλλά και ανίκητα. Και όποιος επαναστάτησε απέναντι στην φύση, δεν νομίζω ποτέ να βγήκε νικητής. Εκτός από τον Βούδα δεν νομίζεις;"
πήρα την χιουμοριστική του ασίστ και πρόσθεσα: "Ο Ιησούς έκανε και νεκραναστάσεις. Αυτό και αν ήταν επανάσταση απέναντι στους νόμους της Φύσης!" 
"Χαχαχα όντως, οι πεινασμένοι των σταύρωσαν και εκείνος τους τάισε με Αγάπη. Κάτι δεν μου κολλάει αλλά αυτό θα το συζητήσουμε μια άλλη φορά. Να πληρώσουμε και να πάμε να τσιμπήσουμε κάτι; Όλη αυτή η συζήτηση με έκανε να πεινάσω", με μια ταχυδακτυλουργική κίνηση άφησε ένα μάτσο ευρώ στην μπάρα και είπε σαν να είχα ήδη αποδεχθεί την πρόσκληση του, "Λίγο πιο κάτω υπάρχει ένα υπέροχο μεζεδοπωλείο με σπιτική ψημένη ρακί. Σε συνδυασμό με την έναστρη βεράντα το μόνο που θα μας λείψει είναι η γυναικεία παρέα αλλά που ξέρεις μπορεί να γίνει κάποιο αποψινό θαύμα ώστε να βρεθεί κι αυτή"

Συμφώνησα μαζί του, φόρεσα ένα καλοκαιρινό μπουφανάκι και τον ακολούθησα σαν την ουρά του φιδιού που κατεβαίνει κάποιο κακοτράχαλο μονοπάτι. Όλη αυτή η συζήτηση μου είχε ανοίξει και μένα την όρεξη για φαγητό μα και για γυναικεία συντροφιά...

5.3.12

Στρυχνίνη στον ουρανίσκο



Μόλις χθες, τόλμησα να απλώσω το χέρι μου και να βρω τη διάθεση και την εσωτερική ηρεμία ώστε να διαβάσω εκείνο το βιβλίο που με περίμενε αμίλητο στο ράφι της βιβλιοθήκης μου για σχεδόν 4 ολόκληρα χρόνια. Το καλό με τα βιβλία είναι πως ενώ κουβαλούν ολόκληρους κόσμους στις σελίδες τους, καταφέρνουν να δείχνουν περίσσια υπομονή έως ότου να βρεθεί ο σωστός άνθρωπος που θα τα ανακαλύψει. Το ορθό χέρι που θα ξεφυλλίσει και θα ανακαλύψει τις απόκρυφες τοποθεσίες της φαντασίας που χαρτογραφούν με μυστικότητα. 
Δεν μετανιώνω. 
Έπρεπε να περιμένω να έρθει το πλήρωμα του χρόνου ώστε οι εμπειρίες να με πάνε εκεί που πριν δεν ήθελα να βρεθώ. Και μέσα μου υπήρχε εκείνη η εσωτερική παρόρμηση που μου φώναζε πως αυτή είναι η σωστή ώρα για κάτι τέτοιο. Ενώ για 4 συναπτά έτη αρνιόμουν πεισματικά να απλώσω το χέρι μου και να αρπάξω το πάλαι ποτέ προσωπικό μου δώρο, μέσα σε 2 ώρες ξεκοκάλισα με βουλιμία τις λέξεις και αφέθηκα στο ποτάμι των παραληρηματικών συναισθημάτων να με ξεβράσει στον ίδιο χωροχρόνο που είχα ταξιδέψει πριν από μερικούς μήνες. Στις ίδιες τοποθεσίες που λες και από κωμική σύμπτωση ταξίδευα για ακόμη μια φορά. 

Τελικά ο Έρωτας για όλους μας κάνει περίπου τις ίδιες ή πανομοιότυπες διαδρομές. Μπορεί να αλλάζουν οι λέξεις, μπορεί να διαφέρει ο ψυχισμός και οι εσωτερικές μας παρορμήσεις, κάποιες φορές οι ιερές υποσχέσεις και τα όνειρα της συντροφικότητας διαφέρουν, οι καταστάσεις διαφαινόμενων ναυαγίων στις ξέρες των ανεκπλήρωτων Θέλω μοιάζουν ολότελα διαφορετικές και οι περικοκλάδες ενός ατελέσφορου ρομάντζου μπορεί να στραβώνουν όχι μόνο το κλήμα της μεθυσμένης μας κρίσης αλλά και την αποπροσανατολισμένη μας νόηση. Μα το θαυμαστό του Έρωτα είναι πως ενώ προσπερνάμε την υποκειμενική μας μαρτυρία για τα αδικοχαμένα λόγια αγάπης και τα άνυδρα όνειρα Καλοκαιρινής νυκτός, εν τέλη η διαδρομή της καρδιάς πάνω κάτω είναι παρόμοια για όλους μας. Με απύθμενες πτώσεις μέσα στις χαράδρες ενός πρωτόγνωρου αβυσσαλέου Πάθους και φυσικά με τραγικές επιπτώσεις για όσους τύχει να επιζήσουν κατόπιν αυτού. Ευτυχώς το αίσθημα της αυτοσυντήρησης και της επιβίωσης ενεργεί για τους περισσοτέρους εξ' ημών την κατάλληλη χρονική στιγμή και η μετέπειτα εσωτερική νεκρανάσταση που συντελείται για εμάς -χωρίς απαραίτητα την δική μας συγκατάθεση- είναι αυτή που μας θυμίζει πως μπορούμε να σηκώσουμε στις πλάτες μας τα ίδια και ακόμη ψηλότερα βουνά συναισθημάτων.  

"...εμπρός λοιπόν, για νέες ήττες, για νέες συντριβές!"* 

Με παρόμοια τόλμη, μα δίχως ίχνος ενδόμυχου μαζοχισμού, ξεπερνώ σήμερα την μακρόχρονη προσωπική μου άρνηση και ξαναγράφω έπειτα από -ούτε καν θυμάμαι- πόσο καιρό. Μικρή σημασία έχει, καθότι είναι αδιάφορο να υπολογίσω το χρόνο με το συνήθη τρόπο μέτρησης. Το καλό με την γραφή είναι πως έχει να κάνει με την καταγραφή των εντυπώσεων που άφησαν μέσα μας τα βιώματα και όχι με τα καθαυτά βιώματα. Οι αναμνήσεις παίζουν τον σαρδόνιο ρόλο τους στην ανάκληση και περιγραφή καταστάσεων ή βιωμάτων. Τελικά αυτό που θυμόμαστε είναι τελείως διαφορετικό από αυτό που πραγματικά έγινε. Είναι σαν να υπερισχύει ένα προσωπικό πρωτόκολλο προσωπικής ασφαλείας ώστε να κρατήσουμε αυτό που χρειαζόμαστε να θυμόμαστε και όχι πραγματικά αυτό που συνέβη σε κάποια φάση της ζωής μας. Πιθανόν, να μην έχει ουδεμία σχέση με την τότε πραγματικότητα που μοιραζόμασταν με μια άλλη ψυχή μα όταν μπαίνουμε στην διαδικασία να ανακτήσουμε αυτές τις οικειοθελώς λησμονημένες εμπειρίες, καταφέρνουμε να δημιουργούμε μια εντελώς εναλλακτική version εντυπώσεων και γλυκόπικρων γεύσεων στον ουρανίσκο της ερωτικής γαστρονομίας. Προστατεύουμε με κάθε κόστος την προσωπική μας ηρεμία και καταφεύγουμε σε εξηγήσεις και ερμηνείες που βολεύουν την υποκειμενική μας αλήθεια θυσιάζοντας το γενόμενο στον βωμό του ζητούμενου. Και το ζητούμενο είναι να μπορούμε να συνεχίσουμε αρτιμελής συναισθηματικά ώστε να ξαναδώσουμε εξαρχής από το υστέρημα και όχι από το περίσσευμα μας. Τουλάχιστον, έτσι θέλουμε να πιστεύουμε. Πως, ανεξάρτητα από το αν μας ζητηθεί ή όχι, πάλι θα τα δώσουμε όλα κι ας μην πάρουμε τίποτα. Πως για ακόμη μια φορά θα σαλτάρουμε ευχαρίστως με αξιοσημείωτη αυταπάρνηση μέσα στην φωτιά του Έρωτα και οι στάχτες μας θα κοσμούν ως περήφανο λάφυρο το μνημείο των πεσόντων ηρώων της Αγάπης. 

Όλα αυτά που αναφέρω, ίσως και να αποπνέουν κάτι δακρύβρεχτο. Πιθανόν, και να παραπέμπουν σε ερωτευμένους σχιζοφρενείς ή σε ρομαντικούς αυτόχειρες losers που αρέσκονται να κοινωνούν εντός και εκτός διαδικτύου με φαρμακερό μαύρο μελάνι τις στείρες νύχτες τους. Μπορεί και να τους μοιάζω...κανένα πρόβλημα. Σου δίνω την άδεια να διαβάσεις ανάμεσα στις γραμμές και να προβείς σε όσες αυθαίρετες διαγνώσεις θες. 
Ωστόσο, πίστεψε με, δεν είναι αυτή η διάθεση μου. 
Αποσκοπώ στο να διασκεδάσω εγωιστικά τις εντυπώσεις που αφήνει το ναυάγιο του Έρωτα σε όλους εμάς που μας έλαχε να μπλεχτούμε στα δίχτυα ενός αλισβερισίου μεταξύ ατέρμονος πάθους και κανιβαλικής μανίας δίχως όρια. Όταν ο χρόνος σκεπάζει με το πέπλο της λήθης τη θύμηση, μου αρέσει να καταγράφω αληθοφανείς ψευτιές και να ζω την πραγματικότητα σε ένα φανταστικό πλαίσιο που έχει να κάνει με πεφωτισμένες αράδες κοινότυπης σοφίας σε συνδυασμό με ατελείωτα ευχολόγια ανεκπλήρωτων παλινδρομικών ερωτικών σκέρτσων. 

Αν θες, μπορώ να γίνω ακόμη πιο σκληρός και να εκμεταλλευτώ στο έπακρο την δίψα σου για δροσερή αγάπη. Να έκρυβα στον κόρφο μου ένα μαγικό παγουρίνο κι όταν θα σε παραπλανούσα στην Έρημο της κοινής μοναξιάς, να άδειαζα όλο το νερό στην καυτή άμμο αφήνοντας μας να πεθάνουμε αβοήθητοι και πλήρως αφυδατωμένοι από τα όνειρα ενός κοινού βίου. Το ξέρεις πολύ καλά πως κατά κάποιο τρόπο μου έλειψε να εκτοξεύω ξεδοντιάρες απειλές δείχνοντας κακός και ρηχός από αγάπη. Επίσης γνωρίζεις εξίσου καλά πως ακόμη έχω μέσα μου ξέχειλη οργή κατά πάντων με επίκεντρο τον ίδιο τον εαυτό μου. Εκείνο τον χαμερπή εαυτούλη που ζητιανεύει για λίγα ψίχουλα αγάπης και για έναν ξέχωρα ξεχωριστό Έρωτα. Αυτόν τον αβοήθητο εαυτούλη που έχω βαρεθεί να τον βλέπω στον καθρέφτη και μου γυρνά τα άντερα σε μια διαρκή δίνη υπαρξιακής αναρρόφησης. Καταπίνω ξανά και ξανά το ίδιο παραμύθι αλλά απουσιάζει ακόμη και ένας αξιοπρεπής δράκος ώστε να με φοβίσει συθέμελα. Δεν συναντώ ούτε καν μια πριγκίπισσα που θα άξιζε να πεθάνω για την αγάπη της. Ως τότε, θα επιλέγω να ζω και να περπατώ αμετανόητος στους δρόμους της φωτιάς...

Μου λείψατε όλοι... 
(πάλι ψέμματα λέω;)


* Γ. Αγγελάκας